Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Σκάλα της Ζωής


Σκαλιά πολλά ν’ ανέβω
σ’ αυτή τη σκάλα της ζωής
χωρίς κόκκινα χαλιά στρωμένη
μ’ ατέλειωτες στροφές…
Κάθε βήμα πάνω σ’ αγκάθια
ή σε καρφιά όλο σκουριά
με βήματα σταθερά δίχως μ’ ευκολία ν’ ανεβαίνω…
Πληγές στα πέλματά μου
κι αμέτρητες οι σιωπές μου.
Ένα βήμα κι ένα ακόμα μαστίγωμα
όπως ο Χριστός στα πάθη του.
Μα δεν πειράζει!
Είναι το βήμα σταθερό τουλάχιστον εαυτέ μου
και πίσω δρόμος δε χωρεί για με.
Ψηλά το κεφάλι και βλέπω το τέρμα
τέρμα της σκάλας στην πρώτη στροφή.
Και προχωρώ σταθερά…
Άλλο ένα βήμα πάνω σε πάγο
κι εγκαύματα νιώθω κάτω απ’ τα πόδια.
Δε με πτοεί ο πόνος …
Ανεβαίνω κι άλλο ένα σκαλοπάτι
στην άδικη και αδιάκοπη σκάλα της ζωής
μα κουμάντο κάνω εγώ πλέον σε μένα
γιατί αντέχω τον πόνο.
Συνεχίζω την πρώτη στροφή βλέποντας την επόμενη
κοιτάζοντας πάντα προς τα πάνω
κι ανοίγω το στόμα με δέος!
Ατέλειωτες στροφές στη σκάλα του ουρανού.
Κι αρχίζει να μ’ αρέσει όλη η διαδικασία…
Είναι το ταξίδι που αντέχω
με όλον του τον πόνο
με εφόδια στο πνεύμα
δίχως να με νοιάζει το αφυδατωμένο μου στόμα,
το άδειο στομάχι.
Μετά από τις δέκα πρώτες στροφές
αρχίζουν να με ραίνουν με λίγο νερό
κι ανοίγω το στόμα
να ξεδιψάσω…
Νιώθω το νερό.
Είναι αλμυρό μα δε με νοιάζει
έχει κι αυτό γεύση.
Κοιτάζω πίσω για μια στιγμή
και βλέπω τα ίχνη από τα βήματά μου
όλο αίμα…
Είναι κι άλλοι πίσω μου.
Βλέπω κι άλλους μπροστά μου.
Όλοι βουβοί με απλανές βλέμμα.
Εγώ όμως χαμογελώ
γιατί ξέρω ότι δεν είμαι μόνη.
Πρέπει να νιώσεις με γυμνά πέλματα διαβάτη
τη σκάλα της ζωής
και το νερό που στάζει απ’ τους ουρανούς
χωρίς ομπρέλα να δεχτείς…
Ξυπνώ…
Δεν είναι εφιάλτης…
Είμαι εγώ που πλέον ευγνωμονώ για το όνειρο που έζησα!

Απλότητα


Να 'σαι απλός φίλε μου καλέ
και μη παλεύεις κάτι ν’ αποδείξεις.
Τι σημασία έχει άραγε
να ξέρουν οι γύρω σου ποιος είσαι αλήθεια;
Μη παλεύεις με Θεούς και Δαίμονες
μη τους δίνεις τροφή για να σε κρίνουν.
Εσύ ξέρεις την αξία σου
και κριτική θα κάμεις.
Κοιμήσου και στο πάτωμα
μαζί με τα σκουλήκια.
Το πνεύμα σου στο χώμα δεν πατά
και η ψυχή σου ψηλά πάντα θα πετά…
Τι κι αν το κορμί σου δείχνει τόσο απλό
μέσα σε συναντήσεις και συναναστροφές;
Τι κι αν αφανής ήρωας
ή απλός διαβάτης είσαι στο σταθμό της ζωής;
Η απλότητα έχει πλούτο και μεγαλείο
που σπάνια αποδεικνύονται.
Μα εσένα τι σε νοιάζει
όταν γύρω σου δεν έχουν μέτρο σύγκρισης;

Γέννηση του γιού μου


Μικρό μου πλασματάκι ήρθες ξαφνικά
τη μέρα γενεθλίων μου, μοναδική στιγμή
και δώρο στη ζωή μου για να θυμάμαι ταπεινά
πως ο δικός μου Θεός ποτέ δε με ξεχνά.
Τί κι αν πέρασα φουρτούνες
και ρίσκαρα πολλά
εσένα να σε φέρω
στη ζωή μου τελικά;
Με κοίταξες στα μάτια με σπίθα στη ματιά σου
κι αμέσως η καρδιά μου σπαρτάρισε πολύ
γιατί εσύ ήσουν το θαύμα
στη μίζερη ζωή μου
με μάτια δύο φεγγάρια
που μου ‘δειξαν απλά
πως ήρθες για να μείνεις
να μου δώσεις απέραντη χαρά
να λάμπεις μέρα νύχτα
στο δικό μου ουρανό
και λόγος ύπαρξής μου
σε κάθε μου κενό …


«Στο γιό μου»

Αστέρια


Κοίταξα ψηλά στον ουρανό
μια νύχτα με φεγγάρι ολόγιομο, βουβό
μα εκείνο δεν το πρόσεξα διόλου δυστυχώς
γιατί τ’ αστέρια με παρέσυραν σε διαδρομές σκοτεινές.
Κοιτάζω κάθε αστέρι και κάνω μια ευχή
ευχή για ευτυχία, για πλούτο στην καρδιά
για έρωτα με πάθος
για γνώση μυστική
για μακρινά ταξίδια κι υγεία στην ψυχή.
Ξέρω πως τ’ αστέρια ακούνε τις ευχές.
Τί κι αν κανένα δεν πέσει εκείνη τη στιγμή
η ευχή μου με σάρκα και οστά να πραγματοποιηθεί;
Η ευχή έχει σταλεί στο σύμπαν επιτυχώς
κι ενέργειες θα γίνουν στο μέλλον κάποια στιγμή.
Πού ξέρεις όμως φίλε τί θα ‘ρθει στο μέλλον σου;
Τουλάχιστον πίστεψε λοιπόν πως όταν εσύ τα κοιτάς
αυτά κοιτούν μόνο εσένα.
Εσύ τους μιλάς ταπεινά
κι εκείνα σε ακούνε προσηλωμένα …

Η μηχανή του χρόνου


Ένα βράδυ σκεφτόμουνα πώς θα ‘τανε αλήθεια
στη μηχανή του χρόνου να ‘μπαινα κρυφά
πίσω να ταξίδευα να γύριζα το χρόνο
και να ‘βλεπα εμένα στο παρελθόν σιωπηλά.
Να μ’ έβλεπα στις λύπες
στα δάκρυα και στις χαρές
στο τρέξιμο τις μέρες
στις νύχτες μοναξιάς
στο γάμο και στη γέννα
στις αρρώστιες και στα δεινά
σε ερωτικές διαθέσεις
και σε ταξίδια μαγικά.
Μα άσκοπες οι σκέψεις φίλοι μου καλοί
γιατί πίσω κι αν γυρνούσα
θα ‘μουν απλά ένα παρατηρητής.
Κι αν στο χέρι μου ήταν
ν’ αλλάξω ταπολλά
τίποτα δε θ’ άλλαζα απ΄ τη ζωή μου τελικά.
Γιατί η ζωή με έμαθε
μου δίδαξε πολλά
για να ‘χω τώρα όρεξη
να γράφω για όλα αυτά …

Αμαρτία

Μου λες τί είναι αμαρτία
κι εγώ σου λέω η αχαριστία
και συνεχίζω να ‘χω σκέψεις
και να στις λέω φωναχτά.
Η υποκρισία είναι το άλλο
στοιχείο ανθρώπων που είναι αμαρτωλό
καθώς κάθε παράνομη πράξη έχει δόση από αυτή.
Θα σου πω όμως καλέ μου διαβάτη
τί δεν είναι αμαρτία.
Αμαρτία δεν είναι να είσαι αυθεντικός
να γράφεις την αλήθεια
να λες τα πράγματα με τα όνομά τους
ν’ αγαπάς
να παλεύεις
να ονειρεύεσαι…

Πατέρα

Πάντοτε ήσουν πρότυπο κι αγάπη μου μεγάλη
κυρίως σιωπηλός μα μίλαγε η σιωπή σου
κι εγώ πολλές φορές σε έτρεμα από φόβο
αλλά αυτός δεν ήταν φόβος, ήταν απλά σεβασμός…
Σπάνιες φορές σε φίλησα πατέρα
μα αυτό δε σημαίνει πως δε σε αγάπησα πολύ.
Είναι η Σοφία των ψυχών μας που μας καταλαβαίνει
κι εσύ ένας σοφός μέσα απ’ τους σοφούς…
Η πένα σου ήταν ίνδαλμα για μένα
κι εσένα εμιμήθηκα πολύ
γιατί στο αίμα μας κυλά η δημιουργία
μια τάση για γράψιμο και φιλοσοφία
στη χώρα των τρελών που ίσως κάποιοι μας πούνε.
Πατέρα συγγνώμη αν σ’ έχωπικράνει
κι αν μέσα σου κείτεται μία θλίψη βουβή
μα η αγάπη φωνή αν είχε
θα ‘λεγε πόσο υπέρμετρα σ’ αγαπώ!


«Στον μπαμπά μου»

Μάνα

Άραγε σου είπα μάνα ποτέ πόσο σε αγαπάω
ή μόνο σκόρπια λόγια, εντάσεις κι ενοχές;
Γιατί εσύ μες στα δύσκολα έκλαψες για μένα
κι ακόμη κλαις διαβάζοντας την ποίηση την δική μου…
Μάνα μου στάθηκες σιωπηλά
μα έμπρακτα και τόσο δυνατά
δεν είμαι όμως πάντα εκφραστική
για να σου δείχνω την αγάπη…
Με γέννησες και σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό
κι ένα κομμάτι σου είμαι κι εγώ.
Ξέχνα άτυχες στιγμές
λόγια που δεν εννοούσα, λόγια απ’ το χτες.
Για σένα η καρδιά μου χτυπά διαφορετικά
με αγάπη για τη μάνα
μια αγάπη που ο χρόνος ποτέ δε φθείρει
ένας χρόνος που απλά δυναμώνει τη λάβα.
Κι αυτή η λάβα ανθίζει και δε σε καίει…

«Στη μαμά μου»

Μέσα από τον καθρέπτη

Κοίταξες το είδωλό σου στον καθρέπτη
κι είδες όνειρα θολά, λάθη πικρά, βουβές αλήθειες
έκλεισες τα μάτια για να χαθούν όλα μονομιάς
μα μόλις τ’ άνοιξες ήταν όλα εκεί χωρίς ν’ αλλάξει κάτι.
Το είδωλό σου ακλόνητο
κι εσύ δάκρυσες γι’ αυτά που έχεις ζήσει
μα σιωπηλός ο καθρέπτης σου μίλησε βαθιά στην ψυχή
γι’ αυτά που δεν έζησες κι αυτά που δεν έχεις τολμήσει.
Κι έδωσες γροθιά κι έσπασες τον καθρέπτη
μα το γυαλί του έσπασε, όχι εσύ
οι αλήθειες σου, τα όνειρα, τα λάθη σου ήταν παρόντα
να σου θυμίσουν ότι πρέπει ν’ αλλάξεις
γιατί η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.
Μα εσύ τί έκανες γι αυτό;

Συνείδηση

Ω εσύ θηλυκό με φούστα κάθε πράξη
με σιωπηρή φωνή που πάντα ξεκουφαίνει
κάθε άνθρωπο σκληρό κι ευαίσθητο…
Έχεις Συνείδηση όμως σκεφτεί να βάλεις παντελόνια
κι αντρίκια ν’ αναρωτηθείς και να λογοδοτήσεις
για κάθε πράξη κι έργο σου;
Έχεις ποτέ αναρωτηθεί πως πάντοτε απέχεις
κι αν είναι δύσκολο πολύ να πεις κάθε αλήθεια;
Γιατί Συνείδηση καλή δεν είσαι αντικειμενική
κι ο κλέφτης νιώθει όμορφα
και ο φονιάς μοιραία;
Γιατί εσύ Συνείδηση δε χαστουκίζεσαι ποτέ
μπας και ξυπνήσεις από τον ύπνο του αδίκου;
Γιατί απλά Συνείδηση έτσι σε συμφέρει…
Συνείδηση με συμφέρον πια
για μένα είν’ η απόγνωση κάθε δειλού
που με προσχήματα ψυχής ψάχνει ένα μπράβο στις ενέργειές του
συνήθως κακές κι ανήθικες
που τις στολίζει με πέπλο αγνότητας
ένα πέπλο που μια νύφη
απάρθενη πια φορεί στην εκκλησιά…
Έχεις αλλοιωθεί πια Συνείδηση
μέσα στις ψυχές των ανθρώπων…
Τι κρίμα, τι κρίμα…

5 Ιούλη

5 Ιούλη ξαφνικά έχασα τη μιλιά μου
τη γη κάτω απ’ τα πόδια μου και ήταν βαρύ το φορτίο
ως είδηση όταν έμαθα για κείνη π’ αγαπούσα
πως άρρωστη τη βρήκανε και έρμαιο το μέλλον…
Δεν ήξεραν αν ποτέ ξανά θα περπατούσε
κι αν παιδί ποτέ αυτή θα κυοφορούσε
μα τίμημα ζωής με στοίχημα μεγάλο
το κέρδισε εκείνη κι εγώ θα την υμνώ.
Φίλη μου καλή, πτυχή του εαυτού μου
τί κι αν δύσκολα σου βάζει η ίδια η ζωή;
5 Ιούλη μια μέρα που ήταν δύσκολη για σένα
μα πιο πολύ για μένα, γιατί εσύ ήμουν εγώ…

Ελλάδα

Ω εσύ Ελλάδα που γεννάς παιδιά χρεωμένα!
Ω εσύ πατρίδα που κάνεις τα παιδιά σου να σε νιώθουν ξενιτιά!
Ω εσύ Ελλάδα που στερείς τα όνειρά μας!
Μάνα είσαι εσύ χωρίς ένστικτα πια μητρικά.
Πάλεψε με σύμμαχο την ελευθερία
για όλα αυτά που πολεμούσες μέχρι χτες
μέσα απ’ τα μάρμαρα του Παρθενώνα και τη σημαία
που μ’ αίματα βάψανε οι πρόγονοί μας παλιά.
Ω Ελλάδα με τα νησιά σου και τις ομορφιές!
Γίνε απόρθητη απ’ τους εχθρούς και τους εκμεταλλευτές!
Πατρίδα μου φυλακισμένη βγες από τη φυλακή που σε βάλανε
όσοι εχθροί σε προσβάλανε
και μη φοβάσαι για τα παιδιά σου
γιατί Έλληνες λέγονται κι είναι παιδιά δικά σου.

Ο Θεός μου

Θεέ δικέ μου ποτέ δε με ξεχνάς
μου φέρνεις τον ήλιο και τη βροχή συνάμα
μου δίνεις αντιθέσεις μέσα στη ζωή
μα δε με αφήνεις ποτέ μέσα στον πόνο.
Δίνεις τον πόνο μαζί με τη χαρά
ίσως για να την εκτιμήσω
ίσως για να παλεύω πιο πολύ
και μένα να κερδίσω.
Ο δικός μου Θεός είναι μέσα μου
με μια φωνή που μου μιλά
και αναρωτιέμαι τελικά αν Εκείνος με έπλασε
ή έπλασα εγώ το Θεό μου…

Φυλαχτό

Είν’ ο σταυρός πολύτιμο φυλαχτό
πάνω στο στήθος σου καλή μου
και μην αφήσεις γυμνό το λαιμό σου ποτέ.
Πάψε το ασήμι ή το χρυσό
σε αλυσίδες με άλλα σύμβολα να φορείς μπροστά στον καθρέφτη
και φόρα σταυρό για φυλαχτό.
Κι αν θέλεις το λαιμό σου γυμνό
βάλε το σταυρό σε ένα πανί
και φόρα το κρυφά στο στήθος.
Τί κι αν η πίστη δε λυγίζει ποτέ;
Τί κι αν η πίστη δεν κρίνεται από ένα φυλαχτό;
Τη δύσκολη ώρα το σφίγγεις στο χέρι
και ξέρεις πως μόνη σου δεν είσαι καλή μου…
Φυλαχτό λοιπόν για πίστη
για προστασία
και για άμυνα.
Εσύ αποφασίζεις …

Αρχή και τέλος

Ό,τι τελειώνει και φαίνεται καλέ μου
είναι η αρχή για κάτι άλλο νέο
που η δική σου η ματιά δε βλέπει θαρρώ
εκείνη τη στιγμή του τέλους…
Όλα όμως έχουν σημασία
το τέλος και η αρχή
η αρχή και το τέλος
κι εσύ αποφασίζεις
αν κάτι που τελειώνει άξιζε
ή αν κάτι που αρχίζει έχει σημασία…
Μη ξεχνάς όμως πως η αρχή και το τέλος
είναι πάντα μέσα σου καλέ μου.
Βάδιζε τουλάχιστον κάπου στη μέση…

Κλήση στο Θεό

Εσύ διαβάτη της ζωής
μην αναρωτηθείς
γιατί ο Θεός σε ξέχασε…
Ίσως διαβάτη να ‘παψες κι εσύ να Του μιλάς.
Ίσως διαβάτη να ‘παψες εσύ να Τον αγαπάς
κι Εκείνος να σου πείσμωσε κι ας σ’ αγαπά πολύ.
Κάνε λοιπόν διαβάτη μία κλήση στο Θεό
κι ας είναι η γραμμή κατειλημμένη
προσπάθησε πολλές φορές με δάκρυα στα μάτια.
Θα πιάσεις τελικά γραμμή διαβάτη μου
γιατί κι αν είναι πολυάσχολος
έχει ο Θεός χρόνο και για σένα και για μένα…

Μιχάλης

Εσύ ήσουν άνθρωπε ο πρίγκιπας στο όνειρο
που ερχόταν κάθε βράδυ δίχως να δω το πρόσωπό του;
Εσύ ήσουν άγγελέ μου ένας πόθος κι ένα δάκρυ
μια ελπίδα στο προσκέφαλο δίχως να ξέρω τ’ όνομά σου;
Μα τελικά σε βρήκα μια μέρα έρωτά μου
με σάρκα και οστά ευθύς μπροστά μου
κι όταν κοίταξα μέσα στα γαλαζοπράσινα μάτια σου
ήξερα απλά ότι ήσουν εσύ.
Μιχάλης το όνομά σου, όνομα Αρχαγγέλου
κι ήμουν σίγουρη γιατί σε λένε έτσι καλέ μου.
Γιατί πάντα ήσουν και θα ‘σαι ο φύλακας άγγελός μου!



«Στο Μιχάλη μου»

Το δάσος της αγάπης

Μικρέ μου γιέ Εμμανουήλ μου ζήτησες να γράψω
δυο στίχους με ψυχή για το δάσος της αγάπης…
Δάσος στα μάτια τα δικά σου όλο χρώματα
γεμάτο από νεράιδες και καλά ξωτικά
δίχως θηρία να σε φοβίζουν
μόνο ήχοι με μελωδία και χροιά.
Στο δάσος της αγάπης ταξιδεύω μαζί σου
μικρέ μου γιέ μέσα από τα μάτια σου που τόσο αγαπώ
μαγεμένη από την αθωότητα της παιδικής ψυχής σου
αρπάζοντας πένα και χαρτί και κλείνοντας τα μάτια…
Εκεί είναι ο παράδεισος μικρέ μου γιέ
ένα δάσος δίχως λύπες και πόνο
ένα δάσος που όλοι μας ονειρευόμαστε
κι εσύ μικρέ μου το ‘δειξες επιτέλους…


«Στο γιό μου»

Ξενιτιά

Έφυγα με βαλίτσα το όνειρο
σε ξένη χώρα μακρινή κι ήμουν μικρή
γεμάτη από απειρία, μα με χίλια χρώματα
σε ένα νησί που πολλοί έχουν θάψει τα όνειρά τους.
Η ξενιτιά ήταν το δικό μου νησί
νησί που χάραξα σε βράχους τα όνειρά μου
τόσο βαθιά που κι η αρμύρα του νερού δεν τα ‘σβησε ποτέ
τόσο βαθιά που πίσω κι αν γυρίσω είναι ακόμα εκεί.
Νησί των ονείρων με βράχους σκαλισμένους
με ονόματα κι ελπίδες κι όνειρα πολλά
όσων τολμήσαν να μην τα θάψουν
να τα κάνουν απλά σ’ ένα βράχο τατουάζ…

Έρωτας

Πες μου ποιός είσαι εσύ και τί είσαι;
Γιατί στοιχειώνεις το μυαλό μου;
Άλλες φορές με μαστιγώνεις καλέ μου
κι άλλες φορές χαϊδεύεις την ψυχή μου βαθιά.
Έρωτα διπρόσωπε, πες μου κάτι
γιατί άραγε φέρνεις χαρές και πόνους πολλούς
γιατί ενώ σε διώχνω έρχεσαι κοντά μου
γιατί υπάρχεις άραγε παντού;
Έρωτα νιώθουν και οι ξεχασμένοι
εκείνοι που ξέχασαν τον ίδιο τους εαυτό.
Έρωτα νιώθουν κι οι ποιητές
γιατί χωρίς την πένα τους δεν υπάρχει ζωή.
Έρωτας με την πένα ισούται με δημιουργία
πένα χωρίς μελάνι όμως ίσον με απραξία
χέρι δίχως πένα είναι αμαρτία
ζωή όμως δίχως έρωτα είναι θάνατος…
Κι εγώ ζω με τον έρωτα και την πένα…

Το ποτάμι που ρέει

Άλλες φορές ποτάμι μου κυλούσες
άλλες φορές δεν είχες πια νερό
γεμάτο από πέτρες πάνω σου περπατούσα
κι αναζητούσα το νερό που έρεε μέσα σου…
Πόσο λατρεύω το ποτάμι που ρέει
κι όχι την ξεραΐλα και την παρακμή
ένα ποτάμι να κολυμπήσουν τα όνειρά μου
νερό να ρέει, γιατί χωρίς αυτό πατάω πάνω στα καμένα.
Καμένα όνειρα ή ελπίδες
θυμίζουν σε μένα οι πέτρες κι η έλλειψη ζωής
όταν στερεύεις ειδικά τα καλοκαίρια
νοσταλγώντας το χειμώνα και τη βροχή
γιατί κι αυτή η εποχή έχει τη χάρη τη δική της
αφού εσύ είσαι ένας χείμαρρος τρελός
και παρασέρνεις το μπουκάλι με το ποίημά μου
σε ένα ταξίδι χωρίς προορισμό.
Ποτέ δεν ξέρω αν κανείς θα το διαβάσει
ή αν θα μείνει το μπουκάλι σε κάποια μεριά
αλλά το ποίημα είναι ήδη γραμμένο
κι αν το αναζητήσω ίσως βρω το μπουκάλι
που παρέσυρες εσύ κάποια φορά…

Αλλαγή

Οι τέσσερις εποχές της ζωής μου
με άπειρες αλλαγές κάθε φορά
μα η πιο μεγάλη αλλαγή ήσουν εσύ Έρωτα
όταν ξαφνικά μου χτύπησες την πόρτα
κι εγώ αρχικά φοβήθηκα κι έκανα ένα βήμα πίσω
μα ύστερα το ξανασκέφτηκα και είπα να τολμήσω.
Η αλλαγή μες τη ζωή γίνεται και το χειμώνα
όχι απλά την άνοιξη ή το καλοκαίρι…
Θέλω να βρέχει έξω, δε θέλω ήλιο
γιατί ο ήλιος θα σ’ έκανε Έρωτα τόσο ιδεατό
ή θα με φόβιζε πολύ και θα ‘κλεινα την πόρτα
αν μ’ αμφιβολίες και δυσπιστία ξεκινούσα την αλλαγή.
Αλλαγή λοιπόν σε όλο το σύμπαν
αλλαγή και στις τέσσερις εποχές
μόνιμα ήλιος στους ουρανούς μου
αφού Έρωτα εσύ ήρθες για να μείνεις…

Δάκρυ σα διαμάντι


Εσύ μικρή μου τί έπαθες και κλαίς;

Γιατί στο πρόσωπό σου κυλάει ένα δάκρυ;

Αναρωτιέμαι αν εσύ ξέρεις ότι είναι διαμάντι…

Κάθε δάκρυ κι ένας θησαυρός.

Μικρή μου πάψε να κλαις και μάζεψε το δάκρυ
δάκρυ του πόνου μα αμύθητος θησαυρός
ένα διαμάντι όπως σου είπα
κάτι για να θυμάσαι το χαμένο σου εαυτό.
Κράτα στη συλλογή σου διαμάντια πολλά
που χάθηκαν απ’ την ψυχή σου κάποια στιγμή
και σε σεντούκι στο κελάρι άφησέ τα ξεχασμένα
να σου θυμίζουν πως έκλαψες κι εσύ.
Έκλαψες με δάκρυ σα διαμάντι
για λύπες ή χαρές
κυρίως για βάσανα και πόνους
σ’ ένα πρόσωπο που είναι πάντα χαμογελαστό.
Μικρή μου είσαι πλούσια
με άπειρα διαμάντια πόνου
ν’ αρχίσεις να μαζεύεις και τα χαμόγελα
σ’ ένα σεντούκι με πλάκες χρυσού…

Νεκρική σιγή

Χωρίς ομοιοκαταληξία οι στίχοι στις σκέψεις
χωρίς λόγια πολλά στο σχοινί της αλήθειας
μ’ ένα τσιγάρο αναμμένο χαζεύω το κύμα
κι η νεκρική σιγή γύρω μου μιλά πιο πολύ.

Μιλά για χαμένες πατρίδες κι όνειρα καμένα
γ’ αρρώστιες και κίβδηλες ελπίδες πολλές
για τρένα που πέρασαν χωρίς να σταματήσουν
για το ρολόι που σταμάτησε να χτυπά στο χέρι…

Μια βαλίτσα δίπλα μου γεμάτη από συνήθεια
με μοναξιά και πόνο και βάσανα πολλά
μα εγώ θα ανατρέψω το μαύρο και το γκρίζο
γιατί σε με η νεκρική σιγή μιλά.

Μου λέει για τα όνειρα όσων τολμήσαν
για διάφορα χρώματα στην άκρη τ’ ουρανού
για χώρες μακρινές και ξεχασμένες
για ένα ταξίδι προορισμού.

Νεκρική σιγή που τόσο σε καταλαβαίνω
μιλάς πολύ στο δικό μου ουρανό
δίνεις ελπίδες σε όποιον σε καταλάβει
κι ο αγέρας χαϊδεύει τα μαλλιά
σε όσα κορίτσια αφέθηκαν στο άγγιγμά του
ταξίδεψαν μαζί του
αφέθηκαν στα όνειρά τους
κι άδειασαν τη βαλίτσα του πόνου
μόνο με μια πυξίδα
την πυξίδα της ζωής.

Νεκρική σιγή, μούσα των ποιητών
και σύντροφος της πένας
αν πάψεις να μιλάς μες στη σιωπή σου
θα πάψω να δημιουργώ.

Γέννηση

Γιέ μου, μονάκριβο παιδί τα μάτια σου σαν είδα
όταν με πρωτοκοίταξες στο στήθος μου επάνω
εχάραξες βαθύτατα μία γλυκιά ελπίδα
κέρδισα τη ζωή κι ας ήταν να πεθάνω.

Θαύμα ζωής μου έτυχες
και μου ‘δωσες κουράγιο
γιατί εσύ με πέτυχες
σ’ ένα κακό ναυάγιο.

Μ’ έκανες να προχωρώ
οι πόνοι πια να σβήσουν
εκείνους πια δε συγχωρώ
που θέλαν να με λυγίσουν.


«Στο γιό μου»

Θάνατος

Μικρέ άκουσε προσεκτικά δύο λόγια από μένα
για το θάνατο και τη ζωή
λόγια σοφά για εκτροχιασμένα τρένα
δίχως πορεία, δίχως ροή.

Θάνατος είναι μια φάση
όταν σβήνουν τα όνειρά σου ξαφνικά
δε θέλεις όμως να χαλάσει
μία ζωή γεμάτη ιδανικά.

Θάνατος υπάρχει μικρέ κάθε μέρα
μες στη ζωή κάθε λεπτό
ακόμα και σε μία καλημέρα
μπορείς να χάσεις κάτι ξεχωριστό.

Απόνερα

Κάθε στιγμή κάθε λεπτό μία βουτιά μες στο κενό
σε θάλασσες ‘θηρία’ που όλα τα ξεσκίζουν
ένα ναυάγιο έγινα για να ηττηθώ
κι αμέσως τ’ απόνερα μεμιάς ξεχωρίζουν.

Σκαρί γερό απ’ το βυθό
μ’ απόνερα όπου νιώθω
δε γίνεται ν’ απαρνηθώ
όνειρα με τόσο πόθο.

Κρατήθηκα λοιπόν σωστά
προχώρησα με θάρρος
τα λόγια είναι περιττά
και να σου κι ένας φάρος!

Τα θέλω σου

Φίλε θέλεις χειροκροτήματα
τα πιο καυτά συνθήματα
πολλά πυροτεχνήματα
δε βλέπεις τα πατήματα.

Θέλεις ιστορίες
μεγάλες αμαρτίες
θολές διαδικασίες
ανούσιες συνουσίες.

Τα θέλω σου ν’αλλάξεις
και τη μαγκιά να πάψεις
κόψε τις αντιδράσεις
και ώρα πια της δράσης.

Συκοφαντία

Σε πρόδωσαν μια μέρα με μια συκοφαντία
οι φίλοι κι οι εχθροί
δεν έχει όμως σημασία
να είσαι τόσο βλοσυρή.

Σου έστησαν καρτέρι
σου χρέωσαν πολλά
κρατώντας σου το χέρι
θέλω να γράψω αυτά.

Στάθηκες στο ύψος το δικό σου
κυνήγησες εχθρούς
κράτησες σφιχτά τον εαυτό σου
από λύπες κι αναστεναγμούς.

Νίκησες και πάλι
τιμώρησες κι εσύ
ψηλά είχες το κεφάλι
κι έφυγες για το «νησί».

Νησί ονείρου που κατείχες
και που προσπάθησαν να πάρουν
μα εσύ από αυτούς απείχες
κι έπαψαν να σε σαμποτάρουν.

Θύμα συκοφαντίας έπεσες
το είπε ο δικαστής σου
και πιο ψηλά ανέβασες
την αυτοεκτίμησή σου.

Κοίτα με στα μάτια

Λόγια σιωπής κι ένα κενό
στιχομυθία στιγμής εσύ κι εγώ
με μάρτυρα μια σιγή
αγάπης λέξεων μια ζωή.

Κοίτα με στα μάτια λοιπόν
ξέχνα το κακό παρελθόν
όταν πιονάκι ήσουν στη σκακιέρα της ζωής
με στέρηση από το νερό μιας αθάνατης πηγής.

Δώσε ένα χάδι και φιλί
τώρα είμαστε δυο και ωφελεί
σβήσε με γόμα το παρελθόν
έχουμε μέλλον και παρόν.

Φατσοβιβλίο (facebook)

Φατσοβιβλίο της φθοράς
του έρωτα, της διασποράς
με λέξεις και μηνύματα
γεμάτο από ‘νήματα’.

Νήματα με αλήθειες
νήματα για βοήθειες
νήματα με συνήθειες.

Ακροβατείς στο σκοινί του παραλόγου
της έξαψης και του διαλόγου
με πρόσωπα με μάσκες και κακία
αυτό κι αν είναι η ‘εσχάτη προδοσία’!

Χαρταετός

Κρατούσα το σχοινί και πέταγες ψηλά
μικρέ χαρταετέ μαζί με τα όνειρά μου
κι ο αέρας δυνατά σου ‘δινε φορά
κι ένιωθα ρυθμικά τα βήματά μου.

Χαρταετέ ονείρων μη πέφτεις χαμηλά
μη κόψεις το σχοινί και φύγεις μακριά
εγώ θα σου χαράξω τη ρότα σταθερά
κι όλα τα όνειρά μου θα ζήσω τελικά.

Μη σκίσεις το χαρτί σου
μη πιάσει πια βροχή
εγώ είμαι πια μαζί σου
μοναδική φυγή.

Το κάστρο

Ψηλό κι επιβλητικό στέκεις εκεί
γεμάτο από αναμνήσεις κι ενοχές
για κάποιους μοιάζεις φυλακή
για μένα μία γεύση απ’ το χτες.

Κάστρο απόρθητο,βουβό
γεμάτο από ελπίδες
όσων τα όνειρα παίζανε κρυφτό
σα μάρτυρας τα είδες.

Ένα κάστρο αναζητώ κι εγώ
να κρύψω τα όνειρά μου
σε σένα να παραδοθώ
παράφορε έρωτά μου.

Γράμμα

Τη νύχτα εκείνη στο μπαλκόνι
με μια σιωπή που σε σηκώνει
κοίταξα ψηλά τ’ αστέρια
μέτρησα αγάπης καλοκαίρια.

Πήρα πένα και χαρτί κι έγραψα ένα γράμμα
γράμμα στον ίδιο μου εαυτό με μάτια μες στο κλάμα
έγραψα για βάσανα πολλά που μου χτύπησαν την πόρτα
όνειρα που προσπέρασα και προσμονώ ακόμα.

Γράμμα βουβό
γράμμα σκληρό
γράμμα στον ίδιο μου εαυτό
γράμμα για λάθη τρομερά
γράμμα γιατί άντεξα πολλά.

Κι όταν έγραψα το γράμμα
έπαψε με μιας το κλάμα
είπα μπράβο πια σε μένα
γιατί είχα πια εμένα.

Πιάνο

Δύστυχε κάτσε και παίξε μια μελωδία
για κείνους που προσπέρασαν δίχως σημασία
τον έρωτα, τα όνειρα και κάθε φαντασία
κι έζησαν μια ζωή χωρίς καμιά ουσία.

Πιάνο η ζωή στα πλήκτρα της με μαύρο και με άσπρο
με αντιθέσεις σε συναίσθημα μες στο δικό της κάστρο
με μάσκες του θανάτου και ύπουλους εχθρούς
μα και μ’ ανθρώπους στην ψυχή τόσο δυνατούς.

Γι’ αυτό σου λέω δύστυχε προσπάθησε για λίγο
μια μελωδία της στιγμής κι έπειτα να φύγω
να δω πόσο μικρός ήσουνα για μένα
και ν’ αποδείξω τελικά τα χρόνια τα χαμένα.

Εκείνος

Μια νεράιδα τις νύχτες σιγόκλαιγε
το δάκρυ της ποτάμι κυλούσε με πόνο
με μια καρδιά που από μαράζι έκαιγε
γιατί είχε χαθεί απ’ το δικό της δρόμο.

Κι εκεί που έκρυβε μυστικά στο νεραϊδοσυρτάρι
περίμενε με υπομονή τον ύπνο να την πάρει
μα μέσα στις σιωπές, στα όνειρα, στη λήθη
εκείνος ήρθε ξαφνικά μες στο παραμύθι.

Εκείνη ερωτεύτηκε τα γαλανά του μάτια
θάλασσες απέραντες την έκαναν κομμάτια
την πήρε πάνω στ’ άτι του σ’ εκείνου τα παλάτια
κι έγινε ο έρωτας ζωή χωρίς πολλά γινάτια.

Έρωτας

Έρωτα με μάνα τη μοναξιά
και πατέρα τον πόνο
μην έχεις σκληράδα στην καρδιά
κι ας μη φαίνεται τούτο μόνο.

Είσαι παιδί στο βάθος σου
κι αυτό ειν’ το μεγάλο λάθος σου.
Έρωτα με το πάθος σου
άβατο νησί η Άθως σου.

Δώσε ευκαιρία στο νησί
σε κάποιον να το επισκεφτεί
μη κλείνεις την πόρτα εσύ
σε μια εμπειρία τόσο καυτή.

Μέσα σου

Άνθρωπε σκυφτέ πού ταξιδεύεις τώρα;
Σε ποια μονοπάτια της ψυχής σου γυρνάς;
Και τί χάρτη κρατάς να πας σε άλλη χώρα
όταν μέσα σου σκιές πολεμάς;

Είσαι λίγος για σένα ή μπόλικος πολύ
όταν μέσα σου δειλιάζεις ή τολμάς;
Μη κρατάς αποστάσεις μέσα σε κλουβί
πάψε πια άσκοπα να με τυραννάς.

Συζήτηση με το Θεό κάθε βράδυ αρχινάς
για δρόμους άβατους, γι’ αστέρια και φεγγάρια
μα μέσα σου διαβόλους όσο κι αν προσπερνάς
ακολουθείς πιστά πάντα τα δικά τους χνάρια.

Άγγελος

Είχαν όλα τελειώσει εκτός απ’ τη μοναξιά
σχίστηκαν τα όνειρά μου, όνειρα βουβά
κάλεσα τον άγγελό μου να μου κάνει συντροφιά
το ‘σκασε απ’ τον παράδεισο για να με δει καλά.

Άγγελέ μου άκουσε τί θέλω να σου πω
του έρωτα να βρω της μουσικής σκοπό
παρέα να μου κάνει με μία αγκαλιά
στα χέρια να με πάρει με χάδια, με φιλιά.

Κι ο άγγελος σε έστειλε αγάπη μου γλυκιά
μια μέρα του Αυγούστου έτσι στα ξαφνικά
οάσεις σε ερήμους μου θύμισες πολύ
μόνο μ’ ένα σου βλέμμα κι ένα καυτό φιλί.

Κι ο άγγελος δε γύρισε ποτέ πίσω σε μένα
πήγαινε πια σε μέρη ξεχασμένα
σ’ κείνους που παρηγοριά πάντοτε ζητούσαν
τη μοναξιά τους αγκαλιά βαρέθηκαν π’ αγαπούσαν.

Σόνια

Ήταν ξημερώματα,Λονδίνου καλημέρες
όταν σε πρωτογνώρισα, καθόσουνα στη στάση
μετρούσες τα ξενύχτια σου, τις πρόστυχες τις λέρες
κι έπιασες τη συζήτηση γιατί ήσουνα σε φάση.

Πόρνη πολυτελείας ήσουνα με άπειρους πελάτες
μαζί σου προχωρούσανε οι πάμπλουτοι διαβάτες
και την ψυχή σου άνοιξες σε μένα τη Σοφία
μια άγνωστη για σε δεν είχε σημασία.

Μου είπες πως ξεκίνησες απ’ τη μακρινή Ρωσία
πόσοι σε εγκατέλειψαν και σου ασκήσαν βία
το δάκρυ σου διαμάντι μου και δρόμος το χαρτί μου
σ’ άκουσα, σε λυπήθηκα, δεν ξέρω το γιατί μου.

Σόνια μικρή κι αμαρτωλή που τρέχεις μες στους δρόμους
και κρύβεσαι διακριτικά από τους αστυνόμους
χάθηκες στις πέντε το πρωί μες στο λεωφορείο
χωρίς ακόμα να μου πεις ένα γλυκό αντίο.

Δημοκρατία της Ντροπής

Εσύ ήσουν κοπελιά το όμορφο κορίτσι
με τόλμη, με παράστημα και με δικαιοσύνη;
Σε πιάσανε αιχμάλωτη και με δικό τους βίντσι
σου πήρανε την ηθική και κάθε σωφροσύνη.

Τσογλάνια σ’εξοντώσανε σε κάνανε πουτάνα
σου κράτησαν το όνομα και πλούτισες με ψέμα
παιδιά όταν μας έταζες μια ηθική σ’ αλάνα
με πλιάτσικο ανταπέδωσες και δάκρυα με αίμα.

Δημοκρατία της ντροπής ν’ αλλάξεις χαρακτήρα
κι όπως παλιά η Κασσιανή να δώσεις εξηγήσεις
σε όλους αυτούς που στέρησες απ’ τη σωστή την πείρα
ήρθε επιτέλους η στιγμή για να λογοδοτήσεις.

Σταμάτα την υποταγή σε κίβδηλους ανθρώπους
σήκωσε πια ανάστημα σ’ Αφέντες και κοπρίτες
κι αν χρειαστεί στείλ' τους μακριά σε ξένους τόπους
γιατί αυτό χρειάζονται όσοι είναι αλήτες.

Αγάπες δίχως σκοπό

Τί κι αν αγάπησες πιστά με ρότα την ελπίδα
προτίμησες όμως τελικά γυναίκα μοιχαλίδα
μία κοινή θνητή που σου ‘βγαλε τη βέρα
ξέχασες την αγάπη μας κι όλα τα ‘καλημέρα’.

Αγάπες δίχως σκοπό και νόημα αντρίκιο
πάντα ήξερα εγώ για το δικό μου δίκιο
δίκιο ψυχής που άκουγα μα έκλεινα τ’ αυτιά μου
καράβι που έκλεψες κρυφά μέσα απ’ το νοτιά μου.

Τώρα μαζεύοντας κομμάτια απ’ το δύστυχο εαυτό μου
νιώθω να με πνίγει το δίκιο το δικό μου
τί κι αν ήσουνα λίγος για μένα
σκοπός αφανής και χρόνια χαμένα.

Ηλιοβασίλεμα σιωπής

Καθισμένος σ’ ένα βράχο αγναντεύεις
κι απ’ την ίδια τη ζωή ξεφεύγεις
κάνεις όνειρα σιωπής μ’ αρμύρα
θάλασσας τριαντάφυλλα με χίλια μύρα.

Κι εκεί χαμένος μες στις σκέψεις
κοιτάς το ηλιοβασίλεμα δίχως βλέψεις
χρώματα ουράνιου τόξου μες στην ψυχή σου
άλλαξε τώρα φορά ο αγέρας μες στο κορμί σου.

Ηλιοβασίλεμα σιωπής με καθρέφτη μία θάλασσα
με όνειρα μαζί που κι εγώ κάποτε χάλασα
χάνομαι κι εγώ μαζί σου παρασυρμένη
μες στη ζωή μια ναυαγός και θαλασσοδαρμένη.

Ανεπαρκές

Δρόμος μακρύς μ’ ένα ποδήλατο μικρό
σ’ ένα ταξίδι χωρίς προορισμό
ήθελα γρήγορα να φτάσω ψηλά
μα όλα τα όνειρα ήταν θολά.

Ανεπαρκής η διαδρομή,το μέσο κι η ελπίδα
παρόλο που στα μάτια σου τον έρωτα τον είδα
ποδήλατο καβάλησα κι έκανα το ταξίδι
μα έμεινα στάσιμη εκεί που μ’ ήξερες ήδη.

Ανεπαρκές και τ’όνειρο μες στου ηφαιστείου τη λάβα
κι έμεινα αποβραδίς στου Νέστορα την κάβα
κι έπινα τα ποτάκια μου για να ξεχάσω εμένα
παρόλο που το ποδήλατο είχε γερά τα φρένα.

Στοχασμοί

Νύχτωσε πάλι κι εγώ με τη δική μου πένα
γράφω για τόπους μυστικούς κι αμάξια δίχως φρένα
ταξίδια αναζητώ στου έρωτα τη χώρα
μα όσο κι αν προχωρώ μένω μες στο τώρα.

Στοχάζομαι την αλλαγή μες στη ζωή που ζούμε
κι απορώ ζωή για τη δύναμη που όλοι μας αντλούμε
σβήνω με τη γόμα μου τα λάθη που μετρούνε
μα τα λάθη στη ζωή ποτέ δε μου αρκούνε.

Ζώ επαναλαμβάνοντας τα λάθη τα δικά μου
στοχάζομαι ένα γιατί μ’ απαντά η σιωπηλή μιλιά μου
μιλιά που εγώ κατανοώ καλά στα σωθικά μου
φωνή που μου ζητά να προδώσω κάποια απ’ τα φιλιά μου.

Μυστική διαδρομή

Έλα άγγελε μαζί να κάνουμε ταξίδι
σε μέρη μυστικά που δεν υπάρχουν ήδη
να φτιάξουμε έναν κόσμο αλλιώτικο από τούτο
νιώθοντας γλυκά τον υπέροχο τον πλούτο.

Τον πλούτο της ζωής,του έρωτα η ελπίδα
σε δρόμους μυστικούς που ποτέ μου δεν είδα
να δώσουμε χαρά σ’ εκείνους π’ αγαπήσαν
ν’ ανοίξουμε πανιά σε όσους λησμονήσαν.

Λησμόνησαν τον έρωτα και το καλό σημάδι
του βέλους όταν έριχναν πάντα στο κοπάδι
κοπάδι αγνών ταξιδιωτών που έπαψε να υπάρχει
καθώς ο χωρισμός βεβήλωσε τη γη μονάρχη.

Ταξίδι

Έρμαιο η ψυχή μου σε βουβά μονοπάτια
μέσα σε παράγκες και όχι σε παλάτια
ανήμπορη ψάχνει να βρει προορισμό
σ’ ένα ταξίδι δίχως γυρισμό.

Ανόητες σιωπές και τρελές υπάρξεις
στοιχειώνουν ένα κορμί όπου κι αν κοιτάξεις
κορμί ταξιδεμένο μα τόσο πονεμένο
ζητά ένα νησί για κάθε πικραμένο.

Ταξίδι ψυχής με νόστο ένα δάκρυ
δάκρυ προσευχής μπας και βγάλω άκρη
μα άκρη κι αν ζητώ γυρίζω στο σκοτάδι
εκεί που οι σκιές μαγεύονται απ’ τον Άδη.

Γυρίζω όμως στο νησί που πάντα ονειρευόμουν
όταν παιδί τραγούδαγα και δεν αστειευόμουν
αυτό είναι το ταξίδι μου, μια θύελλα με τέλος
μόλις του έρωτα αντίκρισα απότομα το βέλος.

Η ζωή που μου στέρησαν

Ήταν εκείνη η μουντή η άσχημη η μέρα
που πάντα θα σιχαίνομαι κοιτώντας μια βέρα
όταν εσύ με χτύπησες, μου μάτωσες το σώμα
κι έφυγες ανενόχλητος με ύβρεις μες στο στόμα.

Έμεινα στο πάτωμα για ώρα ματωμένη
κοιτώντας μες στα όνειρα με την ψυχή σφαγμένη
τη βέρα κοίταξα ευθύς κι αμέσως ένα τσιγάρο
το πλοίο μου αποφάσισα αμέσως να σαλπάρω.

Και μπήκα στο καράβι μου κι έφυγα για τόπους
για μέρη καθαρά κι έντιμους ανθρώπους
εκεί που μ’ αγαπήσανε και 'ξέραν τη συγγνώμη
κι εσένα πίσω άφησα, δε μου αλλάζεις γνώμη.

Ξαφνικός έρωτας


Σάπια ζωή με σκόρπια όνειρα κι ελπίδες
ήταν οι ενοχές στο είδωλο που είδες
μες στον καθρέφτη σου φίλε μου ένα βράδυ
λίγο πριν χαθείς στο χάος και στον Άδη.

Μα ξαφνικά είδες φίλε μου δυο βουρκωμένα μάτια
τα μάτια της ψυχής που σ’ έκαναν κομμάτια
σου θύμισαν τον έρωτα που ήρθε για να μείνει
τόσο σιωπηλά μες στης ζωής τη δίνη.

Έρωτας ξαφνικός σου χτύπησε την πόρτα
σ’ έκανε να χορέψεις στη βροχή και μη ρωτάς τη ρότα.
Έρωτας ξαφνικός σου κάρφωσε τα βέλη
κι εσύ επαναστατείς όπως οι έκπτωτοι αγγέλοι.

Η αρρώστια σε σκληραίνει


Όταν ο δρόμος σου μακρύς σου παίρνει απολαύσεις
κι εσύ αναρωτηθείς για όλες τις εντάσεις
η αρρώστια φίλε μου καλέ δεν είναι αμαρτία
να κρύβεσαι απ’ τα εγκόσμια δεν έχει σημασία.

Η αρρώστια σε σκληραίνει ήρωα διαβάτη
σκληραίνει τη ζωή με όλα της τα πάθη
καβάλα προχωράς στο μαύρο σου το άτι
μα πίσω δε κοιτάς να κάνεις ίδια λάθη.

Τους άλλους τους προσπέρασες κι έχει σημασία
γιατί εσύ καλέ μου πάλεψες κι αυτό είναι η ουσία
και πάντα να θυμάσαι το κύκνειο το άσμα
ύμνος σε κάθε ήρωα μες στης ζωής το φάσμα.

Κι αν έζησες παλεύοντας κι ακόμα το παλεύεις
είν’ ένα τίμημα ζωής για σένα που αντέχεις
πίσω μονάχα μη κοιτάς τη ζωή σου και ζηλεύεις
‘όργωσε’ το είναι σου, μόνο εκείνο έχεις.

Καμένα φτερά


Άγγελος κι αν ήμουνα με ζήλευαν πολλοί
κι άντεχα τις πτώσεις πάνω στο γυαλί
μα σχίστηκαν τα φτερά μου και πόνεσα πολύ
κι όλο αναρωτιέμαι Θεέ μου το γιατί.

Τί να την κάνω τώρα τη ζωή δίχως φτερά
που άρπαξαν τη λάβα απ’ τη δική σου τη ματιά
που κάηκαν και χάθηκαν στης κόλασης τ’ αυλάκια
μαζί μ’ αγγέλους έκπτωτους και άλλα καθικάκια.

Καμένα φτερά σ’ ένα κορμί αγγέλου
περπάτησα δισταχτικά στον κόσμο που δε θέλω
Καμένα φτερά σ’ ένα κορμί αγγέλου
με κάνανε γυναίκα μοναχή μες στα δικά σου θέλω.

Έρωτας δίχως Ε


Μικροί ονειρευόμασταν του έρωτα τα βέλη
εκεί που συνουσιάζονται μυστικά οι έκπτωτοι αγγέλοι
σε μέρη τόσο μαγικά σ’ οάσεις δίχως τέλος
που οι βατράχοι πρίγκιπες γίνονται στο τέλος.

Έρωτας πια δίχως το Ε υπάρχει στη ζωή μου
όταν συχνά εσύ ρωτάς αν είσαι στην ψυχή μου
Έρωτας πια δίχως το Ε διακρίνει το κορμί μου
όταν εσύ ρωτάς αν η Ιθάκη είν’ το νησί μου.

Ρωτάς να δεις τί έχω γι’ απαντήσεις
παίζεις με την ψυχή, το νου και τις αισθήσεις.
Ρωτάς να δεις αν έχω χαρακτήρα
μα εγώ έχω τον έρωτα μαζί μου για σωτήρα.

Η ζωή που προσπέρασα


Ζωή με άπειρες ανάσες που πάντα μ’ έπνιγες
μ’ έριχνες στις φουρτούνες κι εκεί μ’ εγκατέλειπες
ζωή που τόσο πολύ αμέσως μίσησα
γύρισα σελίδα που ποτέ δε πεθύμησα.

Η ζωή που προσπέρασα κείτεται κάτω βουβή
θολό τοπίο με σάπια φύλλα και σιωπή
εκείνη στέκεται εκεί , ενώ εγώ προχώρησα
τις άδειες νύχτες μοναξιάς ποτέ δε μου συγχώρησα.

Τώρα ζωή όταν σε κοιτώ είμαι πιο πάνω
παρόλο που με τα βάρη σου μ’ έκανες να πεθάνω
σε νίκησα δειλή, κακόκεφη αλήτισσα
πήγαινε αλλού μόνο αυτό σου ζήτησα.

Με βήμα τώρα ρυθμικό κρατάω τη σημαία
της νίκης σύμβολο γλυκό στης μέρας τα ωραία
κι αν με κοιτάξω στον καθρέφτη βλέπω χρώμα
εκείνο που μου στέρησες από παιδί ακόμα.

Κατάθεση Ψυχής

Το παρόν βιβλίο είναι η πρώτη μου ποιητική ανθολογία στην ελληνική γλώσσα η οποία αποτελείται από 53 ποιήματα.(ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΟ ΑΝΕΛΑΒΕ Η ΔΥΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ/.ΔΕΝ ΠΩΛΕΙΤΑΙ ISBN:978-618-80058-0-8). Το βιβλίο τυπώθηκε σε λίγα αντίγραφα για φίλους και Δημοτικές Βιβλιοθήκες και προσφέρεται για δωρεάν αναγνώσεις στο μπλόγκ μου www.sophielyssari.blogspot.com Κάποια από αυτά θα μπορούσαν να μελοποιηθούν και να τραγουδηθούν.
Αναδημοσιεύσεις ποιημάτων αυτού του βιβλίου έχουν γίνει από πολλές ιστοσελίδες, διαδικτυακές εφημερίδες και μπλογκς. Επίσης ο τραγουδιστής και συνθέτης Δόξας Κώστας Γ. το καλοκαίρι του 2012 έγραψε μουσική για το ποίημα του βιβλίου 'Γράμμα' και το όμορφο βίντεό του το παρουσίασε στο you tube. Στις 20 Σεπτέμβρη του 2012 ο συνθέτης Νίκος Φυλακτός σε εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δήμος Ν.Ηρακλείου στο Κτήμα Φιξ μου έκανε μία έκπληξη μέσα από τη διοργάνωση απαγγελίας τεσσάρων ποιημάτων της συλλογής 'Κατάθεση Ψυχής' -  'Ελλάδα', Έρωτας',  'Ξενιτιά',  'Δημοκρατία της ντροπής'. Στις  30 Οκτωβρίου 2012 έδωσα την πρώτη μου συνέντευξη στο Vres-Agrinio.gr ενώ στις 3 Νοεμβρίου 2012 ακολούθησε άλλη συνέντευξη στο μουσικό διαδικτυακό σταθμό Μusic Creations με αφορμή την ποιητική αυτή ανθολογία. 

Εύχομαι η κατάθεση ψυχής μου να σας ταξιδέψει ...


Λίγα λόγια από μένα για σας

Καλώς ήρθατε στο προσωπικό μου blog. Σας εύχομαι ένα υπέροχο ταξίδι! Για οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί μου όσον αφορά επαγγελματική συνεργασία αφού διαβάσετε το βιογραφικό μου, μπορείτε να με καλέσετε στο 690 6595340. Σας ευχαριστώ, Σόφη Λύσσαρη